Το “Τι είναι ένας κάμπος“, είναι το δεύτερο πεζογραφικό βιβλίο της Νάσιας Διονυσίου. Καταπιάνεται με την ιστορία των στρατοπέδων της Αμμοχώστου, όπου, μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και λίγο πριν από την ίδρυση του Ισραήλ, κρατήθηκαν σχεδόν πενήντα χιλιάδες Εβραίοι πρόσφυγες, επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος.
Η αφήγηση εκτείνεται από τις 26 Απριλίου έως τις 11 Μαΐου του 1947. Ένας Κύπριος δημοσιογράφος έχει άδεια από τους Βρετανούς να συνομιλήσει με τους κρατούμενους Εβραίους και να καταγράψει τα αιτήματά τους. Ακούγοντας τις μαρτυρίες των προσφύγων, ο δημοσιογράφος ανασυνθέτει την παροντική τους κατάσταση και τις προσδοκίες τους για το μέλλον, με φόντο το πιο ακραίο κακό που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα.
Η συγγραφέας έχει αντλήσει πληροφορίες από διάφορες πηγές, ενώ έχει αξιοποιήσει μαρτυρίες. Για το βιβλίο της απονεμήθηκε το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος-Νουβέλας 2022.
Διάβασα το βιβλίο μονορούφι μέσα σε μια μέρα, δε μπορούσα να το αφήσω από τα χέρια μου. Πολύ ενδιαφέρουσα ανάγνωση.
Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις.

Αποσπάσματα:
“Λίγο ακόμα και χαράζει. Θα ξεκινήσω νωρίς για τους Κάμπους, πρώτη μέρα σήμερα των συνεντεύξεων. Σκέφτομαι πως στον καθένα έρχεται η ώρα που πρέπει να αποφασίσει μια για πάντα σε τι θα ωφελήσει η ζωή του. Εγώ δεν έχω τίποτε παρά μόνο τις λέξεις – που αν από δικές μου δεν γίνουν των άλλων, μένουν του κανενός. Ρωτιέμαι αν τούτο μονάχα αρκεί: το να μιλήσει κανείς την αλήθεια κι έτσι να σταθεί απέναντι στη λήθη· απέναντι, εννοώ απ’ τη μεριά της ανθρωπιάς. Λέω πως, ναι, έστω, αρκεί. Και πως μ’ αυτόν τον τρόπο ίσως κάποτε να λυτρωθούμε από την ελεεινή αίσθηση πως καθόμαστε με σταυρωμένα τα χέρια, ενώ το κακό εξακολουθεί να συμβαίνει αδιάκοπα.”

“Αργεί, αργεί το ξημέρωμα, σκέφτεται, οι σκέψεις κλούθουνται μες στο κεφάλι της και οι θόρυβοι στο περβόλι τη συντρομάζουν ένα κλαδί που έτριξε, πορτοκάλι που έπεσε, φτερούγισμα βρεγμένου πουλιού, σκούξιμο μιας γάτας-, θόρυβοι που μοιάζουν να φτάνουν από τον άλλο κόσμο, σαν γρατσουνίσματα άταφων σκιών. Κι όλο εκείνη προσεύχεται -Κύριε Δέσποτα, φώτισέ με-, αφού όσο κι αν ξέρει να πει το καλό από το κακό, το δίκιο απ’ τ’ άδικο και πως ένα τέτοιο άδικο δεν συγχωρείται, ξέρει ακόμα πως με το γύρισμα της μοίρας μπορεί ο ένας να βρεθεί στη μεριά του άλλου, διότι είναι τέτοιες οι μοίρες των ανθρώπων, που ανακατώνονται, ποιος φεύγει και πού έρχεται, ποια χώρα κάρπισε και ποια θα γερημώσει, πόσες ανεστραμμένες διαδρομές πάνω στην ίδια θάλασσα, κι η θάλασσα πάντοτε αλμυρή, η θάλασσα πάντοτε κλάμα. Ποιος σκοτωμός τάχα να δικαιώθηκε ποτές;”
“Έμοιαζαν μεταξύ τους, μα ήξερε πως δεν ήταν ίδιοι, γιατί κανένας στον κόσμο δεν είναι ίδιος με κανέναν άλλον, κανένας, ούτε καν οι κόκκοι της άμμου. Ούτε οι κόκκοι της άμμου, ούτε κι οι βράχοι που πάνω τους χτυπούν αδιάκοπα τα κύματα, σχηματίζοντας γούβες, κεντώντας απαρχής τις ακτογραμμές, κάνοντας τους χάρτες να μοιάζουν πάντα κατά τι λαθεμένοι. Αλλά ούτε κι η λάβα κάτω απ’ τους βράχους, ούτε τα κήτη, τ’ αφρόψαρα, οι αστερίες, τα καβούρια, οι αχινοί, όλα όσα λιώνουν στον βυθό της θάλασσας και γίνονται άλας, γίνονται άλας και νερό. Κι ακόμα ούτε τα παραφορτωμένα καΐκια που βούλιαξαν, οι τσακισμένες ψαρόβαρκες, τα σχισμένα δίχτυα, τα μπαούλα με τον χρυσό, οι αμφορείς με τα μύγδαλα, οι μπόγοι με τα ρούχα και τις παιδικές κούκλες. Τίποτε δεν είναι ίδιο κι ας γίνονται όλα στο τέλος άλας και νερό, κι ας γίνονται θάλασσα. Μόνο η μοίρα των ανθρώπων ίδια, τόδος σέμος ουν ιγουάλ. Και τα δάκρυά τους, ίδια αλμυρά σαν τη θάλασσα.”
“Ο ορίζοντας δεν λαθεύει, σκεφτόταν, μόνο οι χάρτες λαθεύουν, μόνο οι άνθρωποι που σχεδιάζουν τους χάρτες και τις μοίρες των άλλων ανθρώπων, και τότε απομένει μονάχα ως πέρασμα η θάλασσα, πάνω της να ταξιδεύουν οι άνθρωποι, κουβαλώντας την κιβωτό της διαθήκης τους, πάντα φτιαγμένη από ξύλο ακακίας για να μη σαπίζει, κουβαλώντας τις πέτρινες πλάκες με τις εντολές, μια μεζουζά απ’ το κούφωμα της πόρτας, το μπροστινό κλειδί, κουβαλώντας μια αλλαξιά για το παιδί, μερικές σταφίδες, χαρτιά για να τους αναγνωρίσουν, σπόρους, λίγο χώμα από τον τόπο τους.”
Το Τι είναι ένας Κάμπος είναι το δεύτερο πεζογραφικό βιβλίο της Νάσιας Διονυσίου. Η Νάσια Διονυσίου γεννήθηκε το 1979 στη Λευκωσία και σπούδασε Νομικά. Το 2017 εξέδωσε τη συλλογή διηγημάτων Περιττή ομορφιά, εκδ. Ροδακιό, αποσπώντας την προσοχή των κριτικών και αρκετές διακρίσεις (Κρατικό Βραβείο διηγήματος/νουβέλας στην Κύπρο, μικρή λίστα Βραβείων του Αναγνώστη).
Μπορείτε να αγοράσετε το βιβλίο εδώ.
Επίσης, αξίζει να διαβάσετε δημοσίευση στο εκπληκτικό βιβλίο Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος του Primo Levi, ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας με θέμα τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Σε μια καλή τιμή το αγοράζετε από εδώ.


